Ο
ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ – Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ-
…..Αλλά ο πόλεμος δεν τελειώνει εκεί με την
τελευταία σφαίρα – ζει μέσα σου στην καθημερινή σου κίνηση , ανάμεσα στους
ανθρώπους που -όπως και εσύ – επέζησαν . Ο πόλεμος έχει τις μετενέργειες του.
Διαρκεί και τώρα με το δικό του ύπουλο τρόπο. Δεν σε αφήνει έτσι εύκολα. Δεν
του ξεφεύγει .Δεν του ξέφυγα ούτε εγώ. Δεν του ξέφυγαν ούτε τα παιδιά που
σήμερα είναι 18.
Έχει
μπει στα κύτταρα μου μαζί με το μαύρο πράγμα που σερνόταν στους δρόμους σαν ένα
είδος μαύρης ομίχλης . Έχει μπει στο
αίμα μου με τα μολυσμένα νερά που έπινα τότε και με τις ώρες που έβλεπα
τις φωτιές που κατάπιναν τη βιομηχανία μίας κοντινής πόλης από το παράθυρό μου
περιμένοντας να πεθάνω από στιγμή σε στιγμή.
Έχει μείνει μέσα μου αυτό που λένε « ο πόλεμος » με την εικόνα της καμένης
γέφυρας που είχε τις άκρες τις βυθισμένες στα κρύα νερά του ποταμού που μαζί
του έπαιρνε κομμάτια στο δρόμο του προς τη Μαύρη Θάλασσα. Ο πόλεμος ζει στις
αναμνήσεις μου, στα χαμένα βλέμματα των ανθρώπων που συναντούσα τότε στο δρόμο
.
Ο
πόλεμος έχει επιζήσει μέσα μου και έχει ξαναγεννηθεί στην γενιά που ήρθε μετά
,που ακολούθησε τα βήματα μας και έγινε συνέχεια του πολέμου που τώρα γίνεται
χωρίς να ακουστεί σφαίρα.
Η
αβεβαιότητα που μας βασάνιζε για χρόνια μας έκανε να μην σκεφτόμαστε
τίποτα παρά εάν θα είμαστε εδώ την επόμενη
στιγμή και μας φύτεψε το θυμό μέσα στις σκέψεις μας που στριφογύρισαν από τις
ολόιδιες έννοιες της επιβιώσεις.
Γίναμε αδιάφοροι και νευρικοί ταυτόχρονα. Γίναμε ένα εκρηκτικό μείγμα που
αντέχει τον πόνο και δε μιλάει, αλλά που επίσης
πολύ εύκολα μετατρέπεται σε μια φλόγα που καίει τα πάντα μπροστά της για
ασήμαντους λόγους . Έτσι πολύ σύντομα η κωμόπολή μου έγινε σκηνικό πολλών
εγκλημάτων – οι άνθρωποι άρχισαν να σκοτώνονται μεταξύ τους για οτιδήποτε, οι
αυτοκτονίες έγιναν πιο πολλές.
Οι
άνθρωποι αυτοκτονούσαν με βόμβες που τις πούλαγαν οι πρόσφυγες , οι πρόσφυγες
αυτοκτονούσαν με τα πολυβόλα που είχαν περάσει λαθραία στη Σερβία.
Οι δολοφονίες όμως σχεδόν κατά κανόνα γίνανε με τα μαχαίρια και συνήθως ο λόγος τους
ήταν το χρήμα. Τις δολοφονίες τις κάνουν οι νεαροί άνθρωποι- η νέα ,
μεταπολεμική γενιά.
Τον συγγενή μου -που ήταν ένας γέρος - είχανε δέσει και
τον κόβανε όλη την νύχτα κομμάτι – κομμάτι και στο τέλος του κόψανε το κεφάλι.
Είχε μια μικρή σύνταξη από το εξωτερικό όπου δούλευε. Στα μάτια του ενήλικου
κοριτσιού και των συνεργατών της αυτό το ποσό ήταν μεγάλο. Τον βασάνιζαν να
τους αποκαλύψει που έχει τα χρήματα. Όλα τα χρήματα που είχε ήταν κάπου εκατό
ευρώ. Νόμιζαν ότι τους κοροϊδεύει ,έτσι τον δέσανε και βασάνισαν…
Ξαφνικά
άρχισαν να κυκλοφορούν τα όπλα, να πωλούνται τα ναρκωτικά. Αν καμιά φορά το
βράδυ περπατάω στο δρόμο βλέπω τα παιδιά του γυμνασίου μεθυσμένα και
μαστουρωμένα. Παίζουν ξύλο και πετάνε τα
άδεια μπουκάλια από το ρακί που το έχουν πιει στο δρόμο. Τα μπουκάλια σπάνε
και τους προκαλούν γέλιο. Τα πρόσωπα
τους είναι παιδικά πρόσωπα που αγριεύονται τόσο πολύ από το ποτό και τα
τσιγαριλίκια και γίνονται το πρόσωπο του
κτήνους . Τους παρατήρησα από μακριά ή από το ταξί όταν γύριζα από τα ταξίδια –
όλοι τους έχουν την ίδια έκφραση της βαρεμάρας και της απόγνωσης . Σπρώχνουν ο ένας τον άλλον
και βρίζουν. Γελάνε χωρίς λόγο , καταστρέφουν τις παιδικές χαρές και όλη την
νύχτα ουρλιάζουν τρέχοντας στο κεντρικό δρόμο.
Είναι
ντυμένοι στα σκούρα ρούχα . Τα αγόρια με το κεφάλι συνήθως ξυρισμένο και τα
κορίτσια με λιγοστά ρούχα όπως είναι της μόδας και όπως ακριβώς ντύνονται οι
τραγουδίστριες στα κανάλια…η ντροπή εξαφανίστηκε. Η μεταπολεμική γενιά που δεν
είδε ποτέ της τίποτα απ’ όλα αυτά που είδαμε εμείς νοιάζεται μόνο για τα
χειροπιαστά και το «φαίνομαι» της είναι πιο σημαντικό από το «είμαι» .Αυτή η
γενιά δεν ταξιδεύει πολύ, δεν διαβάζει τα βιβλία που προέρχονται από άλλες τις
χώρες της μεγάλης Γιουγκοσλαβίας…Ο πόλεμος ζει μέσα στα παιδιά αυτά με τις
χυδαιότητες που έχουν μάθει από την τηλεόραση , ζει μέσα στα μυαλά τους με τις
φιλοδοξίες να « κάνουν πολλά λεφτά γρήγορα» . Τα κορίτσια έγιναν εμπόρευμα και
εμφανίστηκαν και οι λεγόμενοι «χορηγοί»
. Οι « χορηγοί» είναι οι άνδρες που τελευταία είκοσι χρόνια έχουν βγει στην
κοινωνία από τον υπόκοσμο. Έχουν πολλά χρήματα που τα έχουν βγάλει με διαφορές
παρανομίες. Έχουν ακριβά γούστα. Στα ακριβά τους γούστα, εκτός από τα μεγάλα
αυτοκίνητα, τα τατουάζ, τα επώνυμα ρούχα, τα ταξίδια στα εξωτικά μέρη του
κόσμου- εκτός από όλα αυτά , είναι και τα κορίτσια. Τα κορίτσια που θέλουν να φύγουν
από την επαρχία που δεν υπάρχουν δουλείες ,που οι άνθρωποι πεινάνε.
Έχω ένα τέτοιο κορίτσι στη γειτονιά – είναι 18 χρονών και το μόνο
που κάνει είναι να φτιάχνεται και να γυρίζει
τη νύχτα . Στο σπίτι της δεν έχει μπάνιο και ο πατέρας της παράτησε την οικογένεια
. Το κορίτσι θέλει να γίνει μοντέλο και συμμετέχει στις καλλιστείες ημίγυμνη.
Τα μαλλιά της είναι πάντα φρεσκολουσμένα και τα νύχια βαμμένα. Το πρόσωπό της
καλυμμένο με την πούντρα.
Είναι
μια από τις χιλιάδες των κοριτσιών της γενιάς που- στην ουσία- δεν έχει
γεννηθεί ποτέ της και ζει σε ένα κενό της χώρας που σιγά φτάνει το πάτο, που
διαλύεται ακόμα…Ο πόλεμος ακόμα υπάρχει εδώ, μόνο που είναι βουβός, που δε
σκοτώνει πια με βόμβες.
Σήμερα μας σκοτώνουν τα ίδια τα χέρια
μας που δεν τα έχουμε για τίποτα περισσότερο από την αρπαγή. Έχουμε μάθει να
επιβιώνουμε. Όλα τα άλλα έχουμε ξεχάσει. Θέλουμε τα πάντα , ενώ δεν έχουμε το
πιο ουσιώδης πράγμα – τον εαυτό μας γιατί έχουμε χαθεί στο δρόμο του πολέμου
και της επιβίωσης.
Ο
πόλεμος μετά του πολέμου είναι αυτό το απέραντο κενό οπού ζούμε χωρίς
προσανατολισμό , όπου τα νιάτα πουλιούνται για τα χρυσά κοσμήματα , για τα
μεγάλα αυτοκίνητα, για τη φυγή από την αληθινή ελευθερία.
Σάνια Βόινοβιτς 2012.
.
Нема коментара:
Постави коментар